Δευτέρα 20 Απριλίου 2020

A Woman from Ashes by Hiva Panahi

Art and beauty are not «makeup» or extremely expensive clothes, expensive cars or extravaganza houses;  art is much more complicated than all superficialities served to us in the name of Art.
Art is the knowledge of harmony which presupposes, of course, a good command of both general and specific philosophy.
Great art means great effort, and great effort means to experience suffering until the sun shines for you.

Τρίτη 24 Μαρτίου 2020

Μικρές Γκρίνιες Μιας Γυναίκας, Χίβα Παναχί


Τελικά η ελευθερία ως ανώτατο αγαθό ξανά τείνει τον αυτό της εμπρός μας. Αν δεν είσαι ελεύθερος δεν είσαι και υγιής και δεν είσαι κανονικός άνθρωπος άλλα είσαι κάτι υπό δέσμευση μέτρων- μα@...κών! Επειδή προσωπικά πάσχω από το "σύνδρομο της δικτατορίας -δεσποτισμού" το μυρίζω από δεκάδες μέτρα που λέμε. Ζητω η ελευθερία και ζητώ η πατρίδα- φωλιά και ζεστασιά και μερικά χαμόγελα.

Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2020

Ο Λευκαδίτης Νάνος Βαλαωρίτης ένα οικουμενικό κύμα, Δρ.Χίβα Παναχί









Είμαι εδώ και τρία χρόνια εκτός Ελλάδος και, δόξα τω Θεώ, μπόλικη η περιπέτεια και αρχετυπικές δυνατές οι εμπειρίες μου. Και ξαφνικά, χαράματα ώρα Ελλάδος, άκουσα πως έφυγε από την ζωή ο μέντοράς μου Νάνος Βαλαωρίτης. Δεν μπόρεσα να κρατηθώ και κατέβηκαν τα δάκρυά μου, το ένα μετά το άλλο.
Του Νάνου του άρεσε να τον αποκαλώ φίλο διότι με τίμησε με την φιλία του. Συχνά πυκνά και επί πολλά χρόνια κουβεντιάζαμε τις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις σε συνδυασμό με όλα όσα διοργάνωνε στην Αθήνα για την προώθηση του πολιτισμού και των τεχνών —ήμουν μέλος της ομάδας και παρέας των υπερρεαλιστών, η οποία ήταν συνέχεια της παράδοσης που δημιουργήθηκε μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κατά της αθλιότητας και της φθοράς των αξιών—.
Ο Νάνος ήξερε στο πετσί του τι σημαίνει διανόηση, τι σημαίνει εξουσία και αντίσταση και τι σημαίνει γραφή. Βίωσε την παγκόσμια λογοτεχνία του περασμένου αιώνα μας ως τις 13 Σεπτεμβρίου του 2019. Κι εγώ είχα το ευτύχημα να γνωρίσω τον Νάνο στην Ελλάδα, μόλις δυο μήνες μετά από την επιστροφή του μαζί με την οικογένειά του από την Αμερική.
Ως λάτρης του ραδιοφώνου, και αφού είχα μια ικανοποιητική εξέλιξη στο Πανεπιστήμιο, αποφάσισα να κάνω ένα δώρο στον εαυτό μου. Έτσι την μέρα γενεθλίων μου παρέστην σε μία ποιητική εκδήλωση που διοργάνωσε η Εταιρεία Ελλήνων Συγγραφέων σε κάποια γνωστή αίθουσα.
Πήρα το περιοδικό «Ποίηση» που ήταν στα Γαλλικά και το 1996 είχαν μεταφράσει κάποιοι γνωστοί μου και 25 δικά μου ποιήματα. Είπα στον εαυτό μου, μπορεί να βρεθεί εκεί κάποιος αληθινός ποιητής να του τα χαρίσω και να γίνουμε φίλοι και να συνεργαστούμε!
Η εκδήλωση με συγκίνησε αφάνταστα, ανάμεσα σε πολλούς, συνάντησα και έναν Γέροντα με κάτασπρα μαλλιά και μούσι, τόσο σοφό και ήρεμο. Δεν ήξερα τίποτα γι’ αυτόν, πλησίασα και συστήθηκα.
Ο αείμνηστος Νάνος με ένα απαλό χαμόγελο, γεμάτο σεβασμό, μου είπε «καλώς που ανταμώσαμε!»
Και άνοιξε το περιοδικό και μου είπε: «Να έρθεις αύριο για καφέ, έχουμε πολλά πολλά να πούμε μαζί, Χίβα μου».
Την επομένη το απόγευμα ξαναπήγα στο Κολωνάκι, σε ένα καφέ κοντά στο σπίτι του. Ήταν φυσικό να μην γνωρίζω ποιος ήταν ακριβώς ο Νάνος Βαλαωρίτης, διότι αφιέρωνα όλο το χρόνο μου στην μελέτη της Κοινωνιολογίας και Πολιτικής και της μοίρας των λαών της Καθ’ ημάς Ανατολής.
Ο Νάνος με σύστησε σε ένα ζευγάρι που είχε έρθει επίσης και παρήγγειλε καφέ, ένα κέικ πορτοκάλι, κι είπε στο ζευγάρι: «Είναι ποιήτρια μεταφρασμένη σε Γαλλικό περιοδικό, έχει γεννηθεί την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, και είναι Κουρδικής προέλευσης και σίγουρα με κάποιο Ελληνικό υπόβαθρο και χθες έκλεισε τα 22 της χρόνια!». Και άκουσα τις ευχές όλων και ήταν τόσο φιλόξενοι όλοι τους που με έσκαβαν να νιβόσουν σαν στο σπίτι μου που το είχα τόσο νοσταλγήσει!
Εκείνη η αξέχαστη μέρα πέρασε και καταγράφηκε στην ψυχή και στο πνεύμα μου. Ήταν τόσο μαγικά και τόσο ζεστά όλα, κουβέντες σαν ζεστό ψωμί, απόψεις και αναμνήσεις κοινές και η ελληνική γλώσσα ξεφλούδισε απόλυτα μέσα στο βάθος της ύπαρξής μου.
Με συγκίνηση είπα, «ευχαριστώ» και μου απάντησε: «εμείς να δεις πόση χαρά έχουμε πάρει, θα είμαι πάντα φίλος για σένα, ένας που σε εκτιμά για την τόλμη σου, το πνεύμα σου και το σπίτι που σε μεγάλωσε με αγάπη για τα γράμματα και, πίστεψε με, θα χαιρόταν και Αντρέ Μπρετόν και θα σε έλεγε «το τυχαίο φαίνεται τυχαίο άλλα δεν είναι τυχαίο» και συνεχίζει με ενθουσιασμό: «ο προπάππος μου που ήταν φλογερός λόγιος της ελληνικής επανάστασης και έχει υμνήσει την ελευθερία και τον αγώνα κατά των βαρβάρων Οθωμανών τώρα χαίρεται που είσαι μαζί μας!»
Από τουπέ εγώ ήμουν κομμάτι του σπιτιού και βρισκόμουν δυο φορές σε συνσντήσεις με τον Νάνο και τη γυναίκα του τη Μαρί Γουίλσον η οποία ήταν εν ζωή τότε.

Το σπίτι του Νάνου
Δεν ήταν απλά σπίτι. Ήταν στέγη γραμμάτων και τεχνών, δεν ήταν καθόλου τσιγκούνης, ήταν απλόχερος με τις γνώσεις του και στον τρόπο του να καθοδηγήσει τα άτομα με τα οποία συνδεόταν επαγγελματικά. Από το 2004 μελέτησα την ελληνική ποίηση και βίωνα όλους τους γνωστούς στην Αθήνα και επίσης ο Νάνος που ήταν από την παρέα της γενιάς του ‘30 —που είχε τον Σεφέρη, τον Ελύτη, τον Κατσίμπαλη και άλλους θαυμάσιους Έλληνες στοχαστές— με την αγάπη για τον κόσμο και ένα σεβασμό και περηφάνια για κάθε ρίζα του ελληνικού οικουμενικού πνεύματος και για τους αυτονόητους αγώνες για μια ποιότητα και πληρωμή και κατάθεση για αυτό.


Σε χρόνο ρεκόρ ο Νάνος μού προλόγισε το πρώτο μου βιβλίο στα Ελληνικά που εκδόθηκε το 2008 στην Αθήνα. Οι συνεργασίες μας κάθε φορά έφεραν κάτι νέο. Τότε αρθρογραφούσα για τον ξένο τύπο ως πολιτιστική ανταποκρίτρια και έγγραφα στην εβδομαδιαία στήλη «Τα Νέα της Αθήνας» στην Κουρδική εφημερίδα Aso. Του είχα πάρει μια πεντάωρη συνέντευξη που δημοσιεύτηκε σταδιακά μαζί με μεταφράσεις αρκετών ποιημάτων του που επέλεξα μόνη μου.


Έφερα σε επαφή τον Νάνο κι τον αείμνηστο πνευματικό μου πατέρα, τον αξέχαστο Καθηγητή Νεοκλή Σαρρή
Η Αθήνα, εκτός από τον Νάνο και στην αρχή της ακαδημαϊκής μου σταδιοδρομίας, με ευλόγησε να συναντήσω και τον γνωστό Νεοκλή Σαρρή, τον Τουρκολόγο και εμπειρογνώμων στα θέματα της Τουρκίας και όχι μόνο. Τον γνώρισα και εκείνον τυχαία στο Πανεπιστήμιο στο μάθημα της Φιλοσοφίας της Μ. Ασίας και τον είχα επί 12 χρόνια Δάσκαλο- πατέρα. Χαιρόταν κι εκείνος με την πρόοδό μου ως συγγραφέα στην Ελληνική γλώσσα και το 2010 πήγαμε παρέα στο σπίτι του Νάνου.
Σαν παιδάκι ένιωθα! Αυτοί οι δυο σπουδαίοι άνθρωποι μαζί μιλούσαν στον πληθυντικό και ταυτίζονταν μέσα από αναφορές σε κοινά πρόσωπα και κοινές εμπειρίες. ο Νάνος χάρηκε τόσο που μου είπε: «Τελικά απέκτησα και έναν μικρότερο αδελφό, Χίβα μου, ευχαριστώ!»
Λευκάδα τόπος και πίστη
Πολλά καλοκαίρια έχω μένει σε αυτό το νησί και στην Μαδουρή ως καλεσμένη της οικογενείας. Ωραιότατα καλοκαίρια στο πέτρινο κτίριο με την εικόνα του Αριστοτέλη να δεσπόζει και κύματα πολλά και όλο το γαλάζιο να καταγράφεται όλο και πιο βαθιά στην μνήμη μου.
Ο Νάνος Βαλαωρίτης θα δεσπόζει πάντα μαζί μας ως ιστορικό πρόσωπο για όλα όσα απλόχερα μοίραζε ως φίλος και μέντορας και θα αναδύεται στην σκέψη και στο πνεύμα μου με όλα όσα δεν έλεγε αλλά τα εννοούσε, ως όραμα και ελπίδα.
Αιωνία του η μνήμη!


Ποια θάλασσα
του Νάνου Βαλαωρίτη
Πες μου πού πήγε ο Αύγουστος με τα καμπαναριά του
Το γέλιο σου που γέμιζε το σπίτι μας βροχή
Τώρα μας δίνει ο άνεμος γυμνή την αγκαλιά του
Ω πρόσωπο που σκέπασε με μάρμαρο τη γη
Πόσα σβησμένα βλέμματα κοιτάνε όταν κοιτάζεις
Πόσα δεμένα στόματα μιλάνε όταν μιλάς
Ήταν του ήλιου η δύναμη το ρόδο που ωριμάζει
Κλειστά παραθυρόφυλλα τα στήθια που αγαπάς
Είναι καρδιές που μάθαμε σαν γράμματα ανοιγμένα
Είναι τραπέζια όπου κανείς δε θα καθίσει πια
Μια μουσική πανάκριβη που γράψανε για σένα
Τόσες χιλιάδες δάχτυλα για τελευταία φορά
Εσάς που πήρε ο θάνατος βαριά στα δάχτυλά του
Από τα μάτια σας η αυγή πηγάζει σαν νερό
Άστρα σε κάθε μέτωπο και φως τ’ ανάστημά του
Καμιά ζωή δε γράφεται χωρίς το δάκρυ αυτό
Ακουμπισμένες δυο εποχές η μια κοντά στην άλλη
Ω πρόσωπο που φώτισε μια μακρινή αστραπή
Ποια θάλασσα ποια θάλασσα θα `ναι αρκετά μεγάλη
Για να χωρέσει τον καημό που μάζεψ’ η ψυχή;
Σα μυθικό τριαντάφυλλο μια νύχτα ο κόσμος κλείνει
Είναι η πόρτα όπου κανείς δε θα περάσει πια
Είναι του δήμιου η ταραχή του ήρωα η γαλήνη


Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2019

Μικρές Γκρίνιες Μιας Γυναίκας, Χίβα Παναχί


Η συνομιλία με το χιόνι είναι όνειρο
Λευκό, λευκό
Θάβονται όλα εν μεγάλη ειρήνη
Το χιόνι είναι μόνο του
Χτυπά τα παράθυρα
Λευκά λευκά
Καμιά φωνή και κοιμάται στο κήπο
Χίβα Παναχί

Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2019

Μικρές Γκρίνιες Μιας Γυναίκας, Χίβα Παναχί

Η πένα και το χαρτί ανήκουν- κάνουν για όλες τις εποχές. Πάντα έχω χαρτί και μολύβι ή στύλο στις τσέπες μου και από συνήθεια ελέγχω τις τσέπες ή την τσάντα μου αρκετές φορές. Σήμερα έβλεπα τον όγκο των σημειώσεων μου, ένα βιβλίο με τίτλο" Η ΖΩΗ ΜΟΥ ΣΤΟΝ ΑΝΕΜΟ" ήδη είναι έτοιμο.

Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2019

Φοβάμαι πως η καρδιά μου θα γίνει ένα κομμάτι πάγο"


   
"Φοβάμαι πως η καρδιά μου θα γίνει ένα κομμάτι πάγο"


"Μην κρύβεσαι σε παρακαλώ
Η καρδιά μου θα γίνει ένα κομμάτι πάγο
Στην πνοή του απογευματινού αέρα
Είμαι πιο ταλαιπωρημένο και ανεμοδαρμένος και από τα φθινοπωρινά φύλλα
Πιο παγωμένο από το ξαφνικό βοριά
Μην κρύβεσαι σε παρακαλώ
Δες τα σύννεφα πως συναντιόνται
Δεν γνωρίζονται καν
Άλλα δακρύζουν μαζί στην πατρίδα της ξενιτιάς "

 
Απόδοση στα Ελληνικά, Χίβα Παναχί 


 Hame Omer ήταν ένας σύγχρονος Κούρδος ποιητής που γεννήθηκε το 1957 και  αυτοκτόνησε περασμένο μήνα μετά από την εισβολή των Τούρκων σε Κουρδικά εδάφη της Συρίας.

Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2019

Μικρές Γκρίνιες Μιας Γυναίκας, Χίβα Παναχί

Αγαπώ τα δάκρυα, άργησα να συμφιλιωθώ με το μεγάλο δώρο που λέγεται συγκίνηση, στα είκοσι μου πειραματίστηκα κι επέβαλα στον αυτό μου να μην δακρύσω επί έξι χρόνια! Όλος ο κόσμος πάνω στην συγκίνηση είναι φτιαγμένος, η συγκίνηση είναι οδηγός, παίρνει το χέρι της ψυχής σου και σε πηγαίνει σε σωστά μέρη, ανθρώπους και σωστά έργα. Η συγκίνηση είναι το είναι, δημιουργεί και μετασχηματίζει, μεταλλάσσει τον άνθρωπο στο ιστορικό του χώρο χρόνου της ζωής και τον σφραγίζει για πάντα

Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2019

Οι κόρες του βουνού, Χίβα Παναχί





Οι κόρες του βουνού είναι λουλούδια
Οι κόρες του βουνού είναι ποτάμια
Οι κόρες του βουνού είναι ψηλές
Οι κόρες του βουνού είναι μύθοι
Οι κόρες του βουνού είναι πραγματική αγάπη
Οι κόρες του βουνού είναι προσευχές
Οι κόρες του βουνού είναι ευλογίες
Οι κόρες του βουνού είναι όνειρα

Χίβα Παναχί, ΝΥ
 

The mountain daughters are flowers
The mountain daughters are rivers
The mountain daughters are tall
The mountain daughters are myths
The mountain daughters are real love
The mountain daughters are prayers
The mountain daughters are blessed
The mountain daughters are dreams

Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2019

رۆژئاوای کوردستان، ترۆپکی گۆڕانکارییە نێودەوڵەتییەکان د.هیڤا پەناهی





 

رۆژئاوای کوردستان، ترۆپکی گۆڕانکارییە نێودەوڵەتییەکان د.هیڤا پەناهی
لەم وتارەدا هەوڵ دەدەین باس لە کۆمەڵێک پرس و کێشە بکەین کە لە ئاستی ناوچەیی و نێونەتەوەییدا هەن کە هاوکات لە پرسی کورد لە رۆژئاوای کوردستاندا
خۆیان دەردەخەن. گرینگی هەڵکەوتەی جوگرافیایی و ئەمەی وا پێ دەگوترێ "ژئێۆپۆلیتیک" و "ژێئۆستراتێژیک"، وای لێ دەکات نەک هەر دەبێ گرینگی بە ئەم بەشەی کوردستان بدرێ بەڵکوو بە سەر ترۆپکی گۆڕانی چارەنووسی گەلی کورد، لە ناوچە و جیهان دانرێت.
لە پلەی یەکەمدا: رۆلی ئەو وڵاتانەی کە کوردیان بە سەردا دابەشکراوە، وەک ئێران، تورکیا، عێراق لە پلەی دووهەمدا: رۆلی ئەو وڵاتە عەرەبییانەی کە بە هۆی پارەی نەوتەوە، گەشەیەکی رەواڵەتی ئابووری بە خۆیانەوە دەبینن، چ بە هاندانی وڵاتانی دیکە و چ خۆشیان بۆ جۆرێک کایە و دڵمەشخووڵی دەگەڕێن کە خۆیان پێ گرینگ بێ، هەر بۆیە کەڵک لە هەست و سۆزی ئایینی خەڵک وەردەگرن و ئاژاوە و ماڵوێرانی ساز دەکەن. بۆ وێنە بە کارهێنانی ناوی "بلاد شام"، ناو و دەستەواژەی سیاسی جوگرافیایی ساڵانی ئیمپراتوری ئیسلامیان بۆ زیندوو دەکاتەوە و پاڵ پشتن بۆ رێکخراوە دژە کورد و دژە مرۆڤییەکان لە رۆژئاوای کوردستان و لە سووریا بە گشتی. لە پلەی سێهەمدا: رۆڵی وڵاتە زلهێزەکان: زلهێزەکان بەو کۆمەڵە وڵات و دەوڵەت دەسەڵاتدارانەی جیهانی رۆژئاوا دەگوترێ لە سەدەی پازدەوە بەملاوە بە کەڵکوەرگرتن لە توانای زانستی، ناوچەگەلێکیان لە نێوان خۆیاندا دابەشکرد. زلهێزە کلاسییەکان بریتین لە: ئینگلیز، فەڕەنسا، رووسیا و ئەو وڵاتانەی لە سەرەتاوە بە ئیستعار و یان کەڵک وەگرتن لە وزە و ئابووری وڵاتە جۆربەجۆرەکان هەستان، بریتین لە سپانیا، پۆرتغال
لە دواێ شەڕی دووهەمینی جیهانییەوە، ویلایەتە یەکگرتووەکانی ئامریکا، وەک زلهێزێک خۆی سەپاند و هەتا ئەو دەمەش، ئەمریکا بە یەکێک لە گرینگترین ئەو وڵات و هێزانە لە ئاستی نێودەوڵەتیدا بۆ گۆڕانکارییەکان و هەر وەها بۆ پرسی کورد، دێتە ئەژمار.
رۆژئاوای کوردستان، پێگەی سیاسی و کۆمەڵایەتی: بە هۆی کێبرکێی نێوان ئنگلیز و فەڕەنساوە، رۆژئاوای کوردستان بە سەر دەوڵەتێکی دەستکرد دا بە ناوی سووریا، دابەشکرا. ئەم بەشەی کوردستان رەسەنایەتییەکی تایبەتی کۆمەڵایەتی و سیاسی هەیە کە دەگەڕێتەوە بۆ مێژووی دەوڵەمەند و هەر وەها ئەو دەسەڵاتە مرۆڤ دۆستەی کە بێگانە نەبوو بە چاندی کورد، واتە ئیمپراتۆری بیزانس کە لە نێوان ساڵانی ٣٣٠ زایین هەتا ١٤٥٣ حوکمی دونیای ئەو دەمی دەکرد بە دەستی تورانییەکان هەڵوەشایەوە. ئیمپراتۆری بیزانس بە یەک لە ئەو سیستمەگەلە سیاسییە دێتە ئەژمار کە بە کەڵک وەرگرتن لە فەلسەفەی و بیری ئەفلاتوون و مرۆڤ خۆشەوستی و سۆز و بەزەیی کە خۆی لە بیری کەلیسای ئۆرتۆدۆکسدا خۆی دەنواند.
لە ئاوا فەزایەکدایە کە رۆژئاوای کوردستان نەک هەر لە بناخە و رەگەزی خۆی دانابڕێت بەڵکوو وەک مێژووی ئەو دەم باسی دەکەن کوردیش پێگەی شایانی هەبووە و سەرداران و کەسانی کورد لە نێو ئیمپراتوری بیزانس دابوون و هەر وەها گەشەی کار و باری تکنیکی لە نیو زۆر شاردا کوردەکان دەیانکرد و هەر بۆیە ئەمڕۆژەش کوردەکانی ئەم پارچە زۆر کاری وردی دەستی دەزانن کە دەیان ساڵ مێژووی هەیە.
سەردەمی سەرهەڵدانی وڵاتانی ئیستعمار و کورد: بۆ وڵاتانی ئیستعماری، "بلاد شام"، مانای ئیمپراتوری ئیسلامی و شتی وا نەبوو بەڵکوو بەو وڵاتانە دەگوترێ کە لە دەڤەری خۆر و هەتاودا هەڵکەوتوون و سەرەتا پاپاس کاتولیکەکان دنیا لە سەدەی پازدەوە بە ئەم شێوەو بیرە لە نێوان پۆرتغال و سپانیادا دابەش کرد. گەلانی دانیشتووی "لیڤانت" ئەم ناوچە و وڵاتانە لە خۆ دەگرێت: سوریە، مەدیتەرانەی شەرقی، لوبنان، ئۆردۆن، فەلەستین، ئیسرائیل، قبرس، میسر، تورکیا، عێراق. شێوەی بە کارهێنانی "لڤانت" بۆ ئەو کۆمەڵە وڵاتە، ئەمڕۆکە لە باری سیاسی و نێودەوڵەتییەوە گۆڕانکاری بە سەردا هاتووە وڵاتانی ئافریقا و رۆژاوێ ئاسیا ش لەخۆ دەگرێ.
ئینگلیزەکان لە ساڵی ١٥٧٠ بۆ یەکەمجار، پەیمانێکی ئابووری لە گەڵ "گراند تورک" دەبەستێ. پەیمانێک کە دەستی ئەم وڵاتە، بۆ هەر چەشنە کارێک ئاوەڵا دەکات. دواتر، کۆمپانیای لڤانت بۆ کاروباری ئابووری، لە گەڵ ئیمپراتوری عوسمانی لە ساڵی ١٥٨١ پەیمانێک دەبەستێ و یەک سەدە دواتر فەڕەنساییەکان بۆ هەمان مەبەست کۆمپانییایەک بە ناوی کۆمپانی شەرق"یان دامەزراند کە خوارەوە و سەرەوەی ئاناتولی و شەرقی لە خۆ دەگرت.
لە شەڕی یەکەمی جیهانی کە عوسمانییەکان وەک جاران هێزیان نییە کە بەربەرەکانی و شەڕ بکەن، ئینگلیزەکان، لیڤانتی عوسمانی، یان وڵاتی نێوان دوو رووبار(دیجلە و فۆرات) دەخەنە ژێر رکێفی خۆیانەوە و دواتر ناوی عێراقی لێ دەنێن. لە بەر خاتری خزمەتەکانی سوپای سەرهەڵداوانی عەرەب، کە دژی عوسمانییەکان هاوکاری ئیستعمار بوون، سەرکردەی سەرهەڵداوە عەرەبەکان بە ناوی "فەیسەڵ شەریف حوسەین"ی مەککە و جەزیرەی عەرەبستان دەکەنە سەرۆکی ئەو وڵاتە. هەر بۆیە مافی کورد، لە وڵاتی تازە ناو لێ نراوی عێراقدا دەچێتە نێو خانەی تاریکی دونیای عەرەبەوە.
مشتومڕەکانی فەڕەنسا لە ناوچە دەگاتە ئاستێک کە لە ١٩٢٠دا، بە نامەیەک بۆ رێکخراوی گەلان سەردەکەون کە دەوڵەتێکی دیکەی عەرەبی لە ناوچە قوت بکەنەوە و ناوی سووریای لێ بنێن. بۆیە ئەمجار لە ساڵی ١٩٢٣، دەوڵەتێکی دیکە، بە فەرمی بەشێکی کوردستانی نەسیب دەبێ و هەوڵ بۆ لەناوبردنی کورد لە ئەم وڵاتە، بوو بە یەکێک لە کارەکانی رۆژانەی دەوڵەتی سووریا.
گرفت و کێشەی تورکیا لە گەڵ سووریا: گرفتی تورکیا لە گەڵ سووریا چەند هۆکاری هەیە. لە پلەی یەکەمدا ئەوەی کە تورکیا، تا ئێستاش، نسکۆهێنانی خۆی لە ناوچە، بە درێژایی سەدەی رابردوودا قەبووڵ نەکردووە و بۆیە بە تەمایە کەڵک لە جۆرێک بۆشایی و یان کێبرکێی زلهێزەکان وەربگرێ بۆ ئەوەی بتوانێ خۆی وەک هێزێکی ناوچەیی و جیهانی گرینگ بسەپێنێ و هەر وەها بە دیپلۆماسی تەعاروف و یان ئەو مکانیزمانەی دەسەڵات کە خاوەنین، هەوڵ دەدەن بە شێوەی هەمەلایەنە کەڵک لە کوردەکانی باشوور وەربگرن کە هەم دەسەڵاتێکی ژێردەست و دەستەمۆی کوردییان هەبێ هەم بتوانن بۆ دژبەری باکوور و رۆژئاوای کوردستان کەڵکیان لێوەرگرن. هاوکات تورکیا هەوڵ دەدات تا نەهێڵێ کوردەکانی سووریا ببنە خاوەنی هیچ پێگەییەک تا نەکا هێز بگرن و ببن بە سەرەتایەک بۆ ناچاری دانپێدانان بە مافی ٢٥ میلیۆن کوردی ئەم وڵاتەش.
گرفتی دیکەی تورکیا لە گەڵ سووریا بۆ پرسی ئاو دەگەڕێتەوە و هەر وەها کێشەی خاک و ئەرزیش هەیە لە نێوان ئەم دوو دەوڵەتە کە بۆ شارۆچکەیەکی سنووری نێوانیان لە کەنارەکانی مەدیتەرانەوە بە ناوی "هەتای" یان ناوە مێژووییەکەی "ئەلێکساندرێتا" دەگەڕێتەوە. هاتای لە باشووری وڵاتی تورکیا هەڵکەوتووە. ئەم شارۆچکە گرینگە ناوەندێکی گرینگی ئابووری و سیاسی بووە لە کۆن زەمانەوە و بە ماوەی دوو ساڵ لە سەدەی رابردوو، ساڵی ١٩٣٧ وەک ئیقلێمکی سەربەخۆ بووە و دواتر بە هاوکاری فەڕەنسا، بە پەیمانێکی ناڕوون بە تورکیا دراوە. شایانی گوتنە کە سووریا بە رەسمی قەت دەستبەرداری ئەم شارە گرینگەی نەبووە. لە هەر کام لە ئەو سەردەمانەی کە سەبارەت بە پرسی وڵاتانی رۆژهەڵات باسمان کرد، تێیاندا کۆمەڵێک گۆڕانکاری گرینگ لە باری سنووری ئابووری و سیاسییەکانیاندا روویداوە. زۆر لە گەلان توانیویانە لەو سەردەمانە، بوونی خۆیان بسەپێنن، کە تەنانەت لە گەلانی مێژوویی ناوچەش نەبوون و قورسایی مێژوویی گەلی کوردییان نەبووە. ئەمانە و زۆر وردەکاری دیکە، کە لە وتارێکدا ناگونجێن، پێگە و گرینگی رۆژئاوای کوردستانمان بۆ دەسەلمێنن و بۆیە هاوکات لەگەڵ لەبیرنەکردنی مێژووی رووداوەکان، هەوڵ بۆ تۆمارکردنی مێژوویەتی نوێش بدەین.

د.هیڤا پەناهی، پرۆفسۆری شارەزا لە کاروباری تورکیا وئاسیای بچووک
زانکۆی پاندیۆس، ئاسینا، ساڵی ٢٠١٣ ئەسینا













Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2019

Γράφει ο Σίμος Ανδρονίδης για την Χίβα Παναχί στα 24γράμματα


Γράφει ο Σίμος Ανδρονίδης για την Χίβα Παναχί στα 24γράμματα

«Κάθε απόγευμα Ένα παιδί κάθεται. Κάθεται Στις τσιμεντένιες σκάλες Του σπιτιού Κοιτάει επίμονα Στα μάτια των αναστεναγμών μου», (Χίβα Παναχί, ‘Αναμνήσεις’).

Στην ποιητική συλλογή της ποιήτριας (Κουρδικής καταγωγής), Χίβα Παναχί, διαφαίνεται η τάση-κατεύθυνση προς το πραγματικό, η πρωτόλεια μνήμη της μητρικής αγκαλιάς-μητρικής γης (η συνάρθρωση των δύο παράγει & αναπαράγει ποίηση), η συγκρότηση του «εαυτού»-ταυτότητας εκ νέου, εκτός συγκεκριμένου πεδίου αλλά εντός ποίησης, η διττή όψη ενός γίγνεσθαι (μίας πραγματικότητας) η οποία καθίσταται ‘απόμακρη’ και, την ίδια στιγμή, ‘λειτουργική’ για την ποιήτρια Χίβα Παναχί, ‘λειτουργική’ και για την ίδια την αποκρυστάλλωση της ποίησης ως χρόνο του υποκειμένου πάνω στη γη, ως αναπαραγωγή «θραυσμάτων» και «ρηγματώσεων» που ‘συνεπαίρνουν’, μεταβάλλουν, που κινούνται προς την κατεύθυνση διαμόρφωσης ενός ειδικού περιβάλλοντος: ΄είμαι’ μονάδα εντός ποιητικών-κειμενικών αναφορών, μονάδα γειωμένη και σε ώσμωση με ότι θα αποκαλούσαμε ασταθή κοινωνία.[1] Η Χίβα Παναχί είναι η ποιήτρια που αναγκάστηκε να αφήσει πίσω τη γη της, τη γη του Ιρανικού Κουρδιστάν.

«Στη Ζάλκα η μάνα μου Πρασίνισε, κοκκίνισε, Πονεμένη γεννήθηκα οι γυναίκες έβαλαν τα ρούχα τους αλλιώς Χλόμιασαν οι λαμπάδες Απ’ την κρύα φωτιά του βλέμματος μου Κάθε καλοκαίρι Σου μιλούσα για το σιτάρι που θερίζεται Μαυρίζουν στον κάμπο Μαυρίζουν από μέσα τα τραγούδια της εποχής Αχ Θεέ Εσύ ο πρώτος ποιητής Όταν γεννήθηκα τι έκανες»;[2]

Μέσα στη γη και στο πεδίο της μνήμης, η ποίηση της Χίβα Παναχί απεντάσσει τη «σκληρή επιφάνεια» του λόγου που κανοναρχεί, πειθαρχεί, του λόγου που θέλει να ορίσει την πειθαρχία του έκκεντρου λόγου και των σωμάτων (το σώμα περιλαμβάνει ποίηση, για την ακρίβεια, συνιστά το ίδιο ποίηση.[3]

Η γη-μητέρα (αρχετυπικό σύμβολο, ‘εμπνευσμένο’ & υπερ-προσδιορισμένο σε εποχές εξορίας-προσφυγιάς), η μητέρα-μήτρα, επανεγγράφονται, αφενός μεν ως «δομική» φυγή, αφετέρου δε ως ‘συνταρακτική’ επιστροφή’ στα ‘μυστικά του χιονιού’.

Η γη θρέφει, η μάνα στέκει και η ποίηση διευρύνει και διευρύνεται συνάμα, μετασχηματίζεται σε ‘έρωτα του σιταριοb137669ύ’, σε λεπτό όριο, σε κατεξοχήν πεδίο γης, (κομμάτι χώρου) και μνημειακής εκφοράς της εξόριστης ποιήτριας, που, μέσα από το απείκασμα και το ‘μόριο’ (να θυμηθούμε τα φράκταλ του Έκτωρα Κακναβάτου) της εικόνας της, διαβλέπει την «απόσχιση» και ‘παύση’ των εξόριστων, των προσφύγων από τη ‘μητρική’ γη, (και γλώσσα), και, (αναγκαίο το διαζευκτικό και), δύναται να φθάσει σήμερα.

Κι η ποιήτρια Χίβα Παναχί «γεννήθηκε πονεμένη», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, με τον φόβο μεταξύ κρίσης & σταθερότητας, με το παίγνιο και την παρατήρηση (ή το παίγνιο της παρατήρησης των πάντων), μεταξύ «απαγκίστρωσης» και εκδίωξης, μεταξύ ταύτισης-καταφυγής: «Αχ Θεέ Εσύ ο πρώτος ποιητής Όταν γεννήθηκα τι έκανες»; Αναφωνεί η Χίβα Παναχί, αναζητώντας τη διάρκεια στην ποίηση, την πατρίδα που εκφεύγει στη σημασιολογική της φορά, τη μητέρα-μάνα που ζητάει σε κάθε της τελεία. «Σιτάρι που θερίζεται» λοιπόν η λέξη και η γλώσσα της ποίησης, «σιτάρι» που «γονιμοποιεί» τις συνειδήσεις (και θέλει να επενεργήσει στις περίφημες ‘κοινωνικές επινοήσεις’ του Πορτογάλου ποιητή και συγγραφέα Φερνάντο Πεσσόα) και το ιστορικό γίγνεσθαι.

Το σιτάρι της Χίβα Παναχί φεύγει, για να μείνει όμως, εντός ποίησης, εντός προσωπικής διαδρομής-ιστορίας και μνήμης που συγκρατεί και συγκροτεί εκ νέου. Σε αυτό ακριβώς το πεδίο η ποίηση γίνεται ‘εποχή’ που διαφοροποιείται από τον ίδιο τον ορισμό του προφανούς. Η πρώτη λέξη, ο πρώτος ‘Θεός’ της ποίησης: η ανάγκη για καταγραφή, για εξιστόρηση & για εξιστόρηση της μνήμης.

«Ο κόσμος ήταν ωραίος Όπως οι μοναχικές στιγμές Μιας απλής ποιήτριας εγκυμονούσαν όνειρα Η όαση της πατρίδας τις ξεγέννησε νεκρές Κοίτα, κοίτα Πως οι σφήκες μαζεύονται Μέσα στις μπούκλες των μαλλιών Κρύβονται τα χρόνια της ποίησης Το χέρι μου Στο χέρι των ανέμων Αυτό το τρίκλισμα των ημερών Είναι ο μακρινός πλανήτης Του πύργου των καημών μας Στην καρδιά της μαύρης θάλασσας Σιγά σιγά οι επιθυμίες σου πάνε στον τάφο του παρελθόντος Έτσι λησμονιούνται».[4]

Πραγματικά, ενυπάρχει ο λόγος της ποίησης, που θα καταγράψει «σιωπηλές» επιθυμίες, τις διηγήσεις ενός κοριτσιού από εκεί, ενός κοριτσιού που, μέσω της ευθυγράμμισης με αυτό που προσδιορίζει (και προσδιορίζεται από την κοινότητα) ως αξία, «μετασχηματίζεται» σε ποιήτρια, ώσπου τότε, σαν εγκιβώτιση συμβάντος, η ποίηση (της) καταγράφει & ανατέμνει.

Εικόνες επιστρέφουν, η γραφή «βυθίζεται» και ‘διαρρηγνύει’ το χρόνο, η αθωότητα μίας ηλικίας και της πρώτης συνειδητοποίησης, «οι μοναχικές στιγμές μιας απλής ποιήτριας» που, «η όαση της πατρίδας τις ξεγέννησε νεκρές». Πέρα από τις στιγμές, ο εαυτός που μένει μετέωρος μεταξύ τώρα & μετά, μεταξύ φυγής και επανεκκίνησης. Και τα «κρυμμένα χρόνια της ποίησης» ‘αποκαλύπτονται’ ξαφνικά, περιλαμβάνουν περιπλανώμενες ανθρώπινες φιγούρες, εντός δεσμών φύσης, εντός ιεραρχήσεων του πολιτικού και προσλήψεων του πραγματικού. Είναι αυτές οι στιγμές της ποίησης που παραπέμπουν και δύνανται να καταγράψουν ωσάν βιωματικά την ίδια την αναδιαμορφούμενη γλώσσα των εν Ελλάδι [5]προσφύγων, οι οποίου διαβλέπουν τις μνήμες μίας φυγής «αλύτρωτης», χασματικής προς τους ίδιους και τους ‘άλλους’, ‘αναγκαστικής’, που τους ωθεί να συγκροτήσουν εκ νέου μία γλώσσα περιεχομενική, ίδια έγκληση του εαυτού στο άλλο πεδίο.

Ατομικά υποκείμενα (και ανομοιογενές συλλογικό υποκείμενο) επιλέγουν το δύσκολο δρόμο: τον δρόμο-κατεύθυνση της υποκειμενικής αναπαράστασης αυτού που ‘υπήρξε’, τον δρόμο-πορεία της εννοιολογικής κατασκευής-αναπαράστασης αυτού που ενυπάρχει στο τώρα: εμπόδια φυγής. Και στο μεσοδιάστημα, η ποίηση που δύναται να ανακαλύψει εκ νέου ταυτότητες, μία αλληλεγγύη του περιεχομένου, μα αρθρώσει την ‘ασταθή υποκειμενικότητα’, (των προσφύγων και μεταναστών), να ‘συλλάβει’ τη διαλεκτική της ιστορίας εντός ιστορίας ουσιαστικά, εντός κρίσης λαϊκής-εργατικής.

«Κρύβονται τα χρόνια της ποίησης» της Χίβα Παναχί για να ‘αποκαλυφθούν’ εντός φυγής, αναγκαστικής εξορίας, ‘προσφυγοποίησης’ ως διαδικασία πρόσληψης διαστάσεων του πολέμου «αφαίρεσης», του πόνου, της ίδιας τρωτότητας, ως διαδικασία ‘κτήσης’ όψεων που προσιδιάζουν στην ‘νέα’ κοινωνική πραγματικότητα. Τα σώματα των προσφύγων είναι οι υλικές απολήξεις της αλληλουχίας μεταξύ ιδεολογίας και πράξης, ‘φύλακες’ μίας μνήμης που θέλει να προσληφθεί ως κατηγορία αναφοράς. Και η ποίηση; Το διαρκές και δι-ιστορικό «τρίκλισμα των ημερών», αναφορά προς, τέχνη για.

«Κίτρινα πορτοκαλένια φύλλα Αναστέναξε ο ήλιος Χάθηκε Σε μια βροχερή μέρα του φθινοπώρου».[6] Αυτό που χάθηκε, ο ήλιος-ζωή, (ο θάνατος του σώματος), είναι ποίηση στο βαθμό που είναι προσφυγιά, άρθρωση των απανταχού «ευάλωτων», αξίωση μέλλοντος, ‘νέα’ ζωή. Και η Χίβα Παναχί προχωρά για να μυήσει & για να μυηθεί στον έρωτα ως στιγμή, «μάθημα» αναγέννησης, και κτήσης της υποκειμενικότητας διαμέσου της αντικειμενικότητας: «Έφερε ανεμόβροχο σήμερα ο ήλιος Σε αυτή τη ζέστη ξανά Είμαι γυναίκα εγκυμονώ τον έρωτα».[7] Η γυναικεία φύση και θέληση ενυπάρχει μαζί με τον έρωτα που θα ολοκληρωθεί όπως η ποίηση: ένθερμα. Η ποίηση της Χίβα Παναχί, «διανοίγει» τομές, κινείται αδιάκοπα στις διακλαδώσεις της μνήμης, αποκρυσταλλώνεται ως καθημερινό επίτευγμα, σε μία άλλη γη, σε μία άλλη γλώσσα.

Και τα ‘μυστικά του χιονιού’ είναι το καθημερινό της επίτευγμα, μία αναμέτρηση με τη σκληρότητα και την επιδίωξη αναδιαμόρφωσης του χώρου, μία «αγωνιστική» πρόκληση, μία επαναφορά της προσφυγιάς-΄προσφυγοποίησης’. ‘Τα μυστικά του χιονιού’ «εδαφικοποιούνται» στην εν Ελλάδι ευρύτερη κοινωνικοπολιτική συνθήκη. Για την ποιήτρια, θα λέγαμε πως η ίδια η μητρογονική γη φροντίζει για αυτήν.. Και σπεύδει στους «ανθρώπους από στάχτη».[8]

Από την ‘ύλη’ ενός νέου «δικαιικού» κώδικα. Διότι η ποίηση είναι σταθμός, μπροστά σε μία επιδίωξη «φυλάκιση» του σώματος και του πνεύματος, ίδιος στοχασμός του ανεξάντλητου..

[1] Η αστάθεια, περιοδική & δομική, συνιστά ‘σταθερά’ του ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος, του ευρύτερου ιστορικού προτσές, μία λειτουργία της διευρυμένης ιστορίας, πίσω και πέρα από τις επίσημες φωνές, από το θεσμοποιημένο όσο και καθεαυτό θεσμικό προσδιορισμό της ιστορίας. Η μνήμη (και με τον τρόπο με τον οποίο εμφιλοχωρεί & «εδαφικοποιείται» στο πεδίο της ποίησης) είναι τομή, όπως και η γη και η αναφορά στον άλλον στοχαστική ιστορία.

[2] Βλέπε σχετικά, Παναχί Χίβα, Έρωτας του Σιταριού’, Ποιητική Συλλογή, ‘Τα μυστικά του χιονιού’, Εκδόσεις Μαΐστρος, Αθήνα, 2008, σελ. 24. Για την ποιήτρια η ποίηση (θα λέγαμε η τεχνική της «απευθείας ανάθεσης») συνιστά εργαλείο ‘αυτονομίας-απελευθέρωσης’ από μία πατρίδα (Ιράν) που τη θέλει εκτός κύκλου ομόκεντρων αφηγήσεων, συμπερίληψης του υποκειμένου ως ικανότητα & δυνατότητα. Η κουρδική της ταυτότητα, η μαχητική γυναικεία υποστασιοποίηση (οι θεωρούμενες ως εκτός κύκλου αφηγήσεις), διαμεσολαβούν μεταξύ της πατρίδας ως γεωγραφικής οντότητας και της ποίησης ως πρακτικής-πραγματικής «πατρίδας». Θα μπορούσαμε να ορίσουμε την ποίηση ως κυβερνολογική μηχανική ‘επανεφεύρεσης’, ‘επανεγγραφής’ και διαχείρισης του εαυτού. Η ποιήτρια συστήνεται με έναν τρόπο άμεσο, βαθιά εξομολογητικό, ενδεικτικό μίας ποίησης που υπερβαίνει για να ‘σταθεί’ ως «κάτοψη»: «Ελάτε να ορμήξετε Πάνω μου σαν πρωτόγονοι Φοβάστε κύριοι; Η καρδιά μου Το σύμπαν της ποίησης Λέτε να σωπάσει»; Σε αυτό το σημείο, η «μεταβολή» της ποιήτριας είναι χαρακτηριστική: η ποίηση με τον τρόπο της, δεν ‘σιωπά’. Αντιθέτως, ύλη & πνεύμα μαζί, στρέφεται προς αυτό που την περικλείει: την πειθαρχική εξουσία, στο κέντρο της οποίας αρθρώνεται η ιδιαίτερη «πραγματολογική» σύλληψη-συγκρότηση ενός ‘νέου’ Μινώταυρου, που δε θέλει ποίηση, στο βαθμό που η ποίηση είναι ‘εγχάρακτη-ρηξιακή’ στιγμή πρόσληψης και αντιστροφής του εξουσιαστικού τρόπου πρόσληψης του γίγνεσθαι.

[3] Αν εστιάσουμε στον τρόπο με τον οποίο ο Γιάννης Ρίτσος ‘εργαλειοποιεί’ και ανατρέχει στην εν γένει σωματική διάσταση, τότε θα λέγαμε ότι, πέρα από την εννοιολογική-νοητική «κατασκευή» της λέξης, η ποίηση συγκροτεί το σώμα, το ίδιο το σώμα συνιστά ποίηση, ποίηση που δεν χαρίζεται ‘απλά’ αλλά ‘εκζητάει’ μόνη, σημαντική & ελάχιστη ‘εκδίδεται’ σκληρά, παρθένα και μη, αναζητώντας κύτταρα «αγωνίας» εντός σώματος.

[4] Βλέπε σχετικά, Παναχί Χίβα, ‘Χίλια χρόνια ξενιτιά..ό.π, σελ. 36.

[6] Βλέπε σχετικά, Χίβα Παναχί, ‘Ο Πρόσφυγας…ό.π, σελ. 23.

[7] Βλέπε σχετικά, Χίβα Παναχί, ‘Σαν Ηλιακός Άνεμος’…ό.π, σελ. 39.

[8] Αναφορά στο ποίημα της Χίβα Παναχί, ‘Ένας άνθρωπος από στάχτη’.

A Woman from Ashes

  When the sun descends on Earth and guides us, then we speak about the age of innocence....    26 of March, 2024